Posts

Μ. Αναγνωστάκης

Κάτω απ' τις ράγες... Κάτω απ' τις ράγες του τραίνου Κάτω από τις γραμμές του βιβλίου Κάτω από τα βήματα των στρατιωτών Όταν όλα περάσουν - πάντα σε περιμένω. Πέρασαν από τότε πολλά τραίνα Κι άλλα πολλά βιβλία θα διαβαστούν Κι άλλοι στρατιώτες το ίδιο θα πεθάνουν. Κάτω από κάθε τι που σου σκεπάζει τη ζωή Όταν όλα περάσουν - Σε περιμένω. Από τη συλλογή Η συνέχεια 3 (1962)

Πεθαίνοντας συμβατικά

Image
Κοίτα πώς φεύγουν οι άνθρωποι, πώς αδειάζουν τα συναισθήματα˙ γερνάει ο χρόνος τα σύνορα δεν μας κρατάνε πια γέρασαν οι πατρίδες τα όρια μας ξεπέρασαν απ’ τη θάλασσα και πέρα ανεξερεύνητος τόπος αψηλάφητα βουνά και αναχώματα χωρισμένα σε αποστάσεις Το 'μαθα πια το παραμύθι εδώ θα ζήσω κι εδώ θα πεθάνω πάνω στις ίδιες σκέψεις τις ίδιες ανησυχίες παρέα με τις ίδιες αυταπάτες χωρίς να προσπαθήσω να αλλάξω τίποτα έχοντας ξεχαστεί στις φωνές του δρόμου˙ το μολύβι μου, βασανισμένο από εκδρομές στο χρόνο, με τα σκαλίσματα των δοντιών στην άκρη του, θα συνεχίσει να χαράσσει άθλιες αναμασήσεις του παρελθόντος Βάζω αποσιωπητικά και συνεχίζω να ζω, να αναπνέω, να πράττω και να σκέφτομαι γιατί ο δρόμος μας είναι μακρύς κι εμείς περιχαρακωμένοι στα όρια μιας στείρας φαντασίας Πίνακας " Lane of Poplars at Sunset " by van Gogh

Οι χυμοί της θλίψης

Πλανιέται η μέρα στην εναγώνια παρηγοριά σα ξεφτισμένο κρόσσι στη γωνιά που φιληθήκαμε καρφώνει συμβολές, λιώνει σημάδια εκεί που εκβάλουν οι χυμοί της θλίψης Χάνεται η νύχτα στο μαύρο βάσανο αυτής της πίκρας της βουβής που σ’ αγκυλώνει κάνει πως φεύγει εκείνη η θύμηση η παλιά μα στο λαιμό σου έχει δεθεί ο ήχος αυτής της λέξης που σκοτώνει Αυτή η μέρα η βουβή σα ξεχασμένη προσευχή είναι η συμπόνια, ειν' ενοχή και η συχώρεση γυρνάει, φεύγει ψάχνει μια διέξοδο να βρει μα η απουσία φυλακή, μπλεγμένη λέξη στο δίχτυ μίας ώρας που τελειώνει

Στέκουμε όρθιοι

Image
Στέκουμε όρθιοι Ως πότε θα πεις Εχθές έκλαιγες στον ώμο μου Ήσουν μικρό παιδί εχθές Και δεν είχες ούτε σφεντόνα Ούτε την πέτρα να τους ρίξεις Ήσουν παράπονο εχθές Και σήμερα είσαι μόνο μια ευχή Δίχως πέτρες Δίχως κουκούλες Μόνο με όνειρα

Εκ του ασφαλούς

Η μαχητικότητα μου περιορίζεται στα πόδια του γραφείου μου Πίσω από αυτή την ξύλινη ασπίδα είμαι πανίσχυρος Δράστης των σκέψεων μου Επαναστάτης των γραπτών και των αραδιασμένων γραμμάτων Κι έτσι γι’ άλλη μια φορά μιλώ για τη ζωή, τα δικαιώματα, την πείνα Καθώς γεμίζω το κεφάλι μου Και τρώω μεσημεριανό στις 2 Πάνω σ' αυτό το γραφείο πέθανε κάποτε η ανθρωπιά και το αίμα της πλημμύρισε κάθε γωνιά του κόσμου

Νίκος- Αλέξης Ασλάνογλου

Οι ξεχασμένοι ποιητές Οι ξεχασμένοι ποιητές δεν έφυγαν, φυλλορροούν σε όλες τις συνοικίες της πρωτεύουσας στους κήπους της Δεξαμενής και στο Βοτανικό και στους συνοικισμούς του Πειραιά μέχρι τα κρηπιδώματα του λιμανιού, και στα παλιά διώροφα αργοσβήνουν Οι ποιητές της σκοτεινής παράδοσης ενέδωσαν εις πείσμα των καιρών καταρρακώνουν τα καινούρια σχήματα και ταξιδεύουνε προς την αντίθετη φορά προς τους κατάφωτους συνοριακούς σταθμούς στα ακραία φυλάκια

Διάλογος με το χρόνο

Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για φίλους που μας πρόδωσαν Για ανθρώπους που μείνανε σκιές Για φώτα που σβήσανε καθώς περπατάγαμε στην τροχιά τους Για δρόμους που γκρεμίστηκαν και φτιάξανε γκρεμούς για να χωράμε να Πέφτουμε Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για εκείνες τις πόλεις που μας φιλοξένησαν Μα τώρα δεν υπάρχουν πια Για κείνες τις πόλεις που χάθηκαν μες στην ομίχλη του χρόνου Και το μόνο που έμεινε από δαύτες είναι η μυρωδιά από σάπια σάρκα να τριγυρνάει στα ρουθούνια σαν απουσία Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για τα πάθη που μας κυνήγησαν και που κυνηγήσαμε κι εμείς Για τις γωνιές που φτιάξαμε να συναντιόμαστε σε παλιές φωτογραφίες χαμογελώντας στο μέλλον Για τις πόρτες που κλείσαμε πίσω χωρίς να κοιτάξουμε την προσμονή στα μάτια εκείνης που χάσαμε Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε, πάντα έρχεται η ώρα αυτή, σε μια γλώσσα αλλιώτικη στο βασίλειο του χρόνου υπήκοοι και εξόριστοι παρέα πιασμένοι σε μια προσευχή για να ζητήσουμε το έλεος με τα σημάδια στις παλάμες να ψηλαφίζουν άλλες μνήμες