Posts

Ο φόβος

Πόσο μικρός φαντάζει ο εαυτός πίσω απ’ τον φόβο Γίνεται παιδί, που δεν μεγάλωσε Δεν είδε τη ζωή Δεν έπαιξε με το σκοτάδι και το φως Δεν βγήκε γυμνό μπρος στον καθρέφτη να ειδωθεί με μάτια σίγουρα Μον’ έκλεψε μια φορεσιά ψευδαισθήσεις Κι έγινε ό,τι προστάζει ο φόβος Σκιά μέσα στην ύπαρξη

Αργύρης Χιόνης - Χερια

Οι άνθρωποι το πιο συχνά δεν ξέρουν τι να κάνουνε τα χέρια τους Τα δίνουν - τάχα χαιρετώντας - σ' άλλους Τ' αφήνουνε να κρέμονται σαν αποφύσεις άνευρες Ή - το χειρότερο - τα ρίχνουνε στις τσέπες τους και τα ξεχνούνε Στο μεταξύ ένα σωρό κορμιά μένουν αχάιδευτα Ένα σωρό ποιήματα άγραφα Από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη Λεκτικά τοπία (1983)

Xαμένες λέξεις

Τώρα πια μοιάζω σαν να έχω ξεχάσει τις λέξεις μου Λέξεις αγαπημένες Χιλιοειπωμένες Λέξεις που τις βασάνισα Και βασανίστηκαν μαζί μου Πώς χάθηκαν τα βράδια της σιωπής Παρέα με τον ήχο των πλήκτρων Πού πήγαν αυτά τα ερεθίσματα που παρέσερναν τον νου μου Που γίνονταν σύμπτωμα τόσο βαθύ Σαν να περνούσαν τη σάρκα μου˙ Γίνονταν ένα με τα σπλάχνα μου Τώρα κρεμασμένο το σώμα στο τσιγκέλι της απραξίας Σκέφτομαι και δεν υπάρχω Σκέφτομαι πως δεν υπάρχω Χωρίς τις λέξεις˙ Σβήνω τα φώτα και βλέπω μόνο τ’ αστέρι μου να παρατηρεί κάποιον άλλον ουρανό… Υπάρχω, μα δε σκέφτομαι

Χρόνος

Θα ανοίξουμε μια μέρα τη ντουλάπα μας να βρούμε το άψυχο σώμα της ζωής που κρύψαμε Θα βρούμε τη ζωή που προστατεύσαμε μακριά από τα αδιάκριτα μάτια και τα κρύα χέρια της χειραψίας Θα ανοίξουμε μια μέρα τη ντουλάπα μας Και η νεκρή ζωή θα μας κάνει σινιάλο θα ‘χει φορέσει το ένδυμα της κρεμασμένης ελπίδας και θα μας αποχαιρετά καθώς θα σβήνει μπρος στα μάτια μας σαν όνειρο

Αγνότητα

Λευκή επιδερμίδα Σα νοτισμένο άσπρο χιόνι‧ Γάλα που έπινε τ’ αγιάζει Να μην νυχτώσει Να χορτάσει αγνή παρηγοριά Μη φύγει η ζωή απ’ τα μάτια Κι ο Μορφέας του ύπνου αποπαίδι Μην την πάρει Ρίγη στα κόκαλα η ανάσα Στις πόρτες άνεμος χτυπά σα καληνύχτα Κι εκείνη με τ’ ακροδάχτυλα δεμένα προσμονή Στο στήθος κλείνει την καρδιά της Χορεύοντας σε ένα ρυθμό αγάπης που δε γνώρισε ακόμη

Μ. Αναγνωστάκης

Κάτω απ' τις ράγες... Κάτω απ' τις ράγες του τραίνου Κάτω από τις γραμμές του βιβλίου Κάτω από τα βήματα των στρατιωτών Όταν όλα περάσουν - πάντα σε περιμένω. Πέρασαν από τότε πολλά τραίνα Κι άλλα πολλά βιβλία θα διαβαστούν Κι άλλοι στρατιώτες το ίδιο θα πεθάνουν. Κάτω από κάθε τι που σου σκεπάζει τη ζωή Όταν όλα περάσουν - Σε περιμένω. Από τη συλλογή Η συνέχεια 3 (1962)

Πεθαίνοντας συμβατικά

Image
Κοίτα πώς φεύγουν οι άνθρωποι, πώς αδειάζουν τα συναισθήματα˙ γερνάει ο χρόνος τα σύνορα δεν μας κρατάνε πια γέρασαν οι πατρίδες τα όρια μας ξεπέρασαν απ’ τη θάλασσα και πέρα ανεξερεύνητος τόπος αψηλάφητα βουνά και αναχώματα χωρισμένα σε αποστάσεις Το 'μαθα πια το παραμύθι εδώ θα ζήσω κι εδώ θα πεθάνω πάνω στις ίδιες σκέψεις τις ίδιες ανησυχίες παρέα με τις ίδιες αυταπάτες χωρίς να προσπαθήσω να αλλάξω τίποτα έχοντας ξεχαστεί στις φωνές του δρόμου˙ το μολύβι μου, βασανισμένο από εκδρομές στο χρόνο, με τα σκαλίσματα των δοντιών στην άκρη του, θα συνεχίσει να χαράσσει άθλιες αναμασήσεις του παρελθόντος Βάζω αποσιωπητικά και συνεχίζω να ζω, να αναπνέω, να πράττω και να σκέφτομαι γιατί ο δρόμος μας είναι μακρύς κι εμείς περιχαρακωμένοι στα όρια μιας στείρας φαντασίας Πίνακας " Lane of Poplars at Sunset " by van Gogh