Posts

Jack Kerouac

Image
"Τι είναι αυτό το συναίσθημα που σας σφίγγει όταν φεύγετε με τ’ αμάξι αφήνοντας πίσω σας ανθρώπους που τους βλέπετε να μικραίνουν μέσα στην πεδιάδα μέχρι που τελικά εξαφανίζονται; Είναι ο απέραντος κόσμος που μας βαραίνει κι είναι ο αποχαιρετισμός. Παρ’ όλ’ αυτά στρέφουμε προς τα μπρος, για την επόμενη τρελή περιπέτεια κάτω απ’ τους ουρανούς." (σελ. 203) Jack Kerouac “Στο Δρόμο” (Μετάφραση: Δήμητρα Νικολοπούλου, Εκδόσεις: ΠΛΕΘΡΟΝ) Πίνακας από εδώ

Seven (7)

Μετά από την πρόσκληση της Αγγελίνας την οποία και ευχαριστώ ιδού η δική μου συμμετοχή στο χαριτωμένο παιχνίδι με το συμβολικό αριθμό 7! Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Βάλε Link (σύνδεση) προς το άτομο που σε έκανε tag. Γράψε 7 αλήθειες για σένα στο blog σου, κάποιες κοινές, κάποιες περίεργες. Κάνε tag 7 άτομα στο τέλος της ανάρτησης βάζοντας τα ονόματα τους και links προς το blog τους. Ειδοποίησε τους ότι τους έχεις κάνει tag αφήνοντας σχόλιο στο blog τους. Ιδού λοιπόν η δική μου επτάδα 1) Μου αρέσει να κλείνω τα μάτια μου καθώς περπατώ μόνος τη νύχτα στο δρόμο (όχι όταν έχει κίνηση βεβαίως!) 2) Απολαμβάνω το καλό φαγητό με καλή παρέα 3) Ένα καλό βιβλίο μπορεί να γίνει η καλύτερη συντροφιά μου 4) Ως εκ τούτου, ξοδεύω τα περισσότερα χρήματα μου στο φαγητό και στα βιβλία 5) Βαριέμαι εύκολα 6) Έχω μια συνεχή ψευδαίσθηση ασφάλειας 7) Δεν απολαμβάνω ιδιαίτερα τα blogoπαιχνίδια ! Και επειδή πρέπει να σύρω κι άλλους 7 σε αποκαλύψεις, προσκαλώ αν θέλουν να γράψουν 7 αλήθειες γι...

Αισιόδοξη μελαγχολία

Image
Να ξεκινήσεις ένα πρωί να φύγεις έτσι όπως δεν έκανες ποτέ Να αφήσεις πίσω σου πρόσωπα, πράγματα, το καθαρό κρεβάτι σου Να προχωράς χωρίς να ξέρεις που πας ούτε γιατί φεύγεις Κάθε μέρα να είναι μια καινούρια αρχή στο τίποτα Έτσι θα ξανάρχιζες τη ζωή σου Σα να γεννιέσαι πάλι ξένος Τι ευτυχία θα ήτανε να μπορούσες να ξεβολευτείς για λίγο Να πεις δε θέλω τίποτα από κανέναν Σας τα χαρίζω τα λεφτά και τις δουλείες σας Σας τους χαρίζω τους έρωτες και τις αγάπες Σας χαρίζω την ευτυχία μου Κι έτσι γυμνός και μόνος Διαβάτης της ζωής να μην νοιαστείς για τίποτα

Aιώνια νύχτα

Μια νύχτα παραδομένη στην κίνηση του δρόμου μια νύχτα χωρίς υγρασία μόνο ξηρή υπομονή μια νύχτα σαν όλες τις άλλες που δε μπορείς να μιλήσεις παρά μόνο με πέντε λέξεις χωρίς στολίδια, χωρίς περιττά λόγια λέξεις που γλιστρούν και χύνονται σαν διαλυμένες καρικατούρες Ισορροπία πάνω στον κρυμμένο εαυτό στην ξύλινη πόρτα της τυφλής απομόνωσης τυφλόμυγα με τα κλειστά μάτια της αδιάφορης σιωπής Που ξεκινά και που φθάνει αυτό το ταξίδι; Κουβαλώντας την προκρούστεια σοφία στη μέση της διελκυστίνδας ακίνητος, σχεδόν δεμένος, μπροστά στο πρόσωπο της νύχτας νιώθω το αβέβαιο παρελθόν που με προσπέρασε οσμίζομαι τον φόβο στο μέλλον του δικού μου βίου Ίσως να είναι όλα μια ψευδαίσθηση χαμένη κάπου σε ένα χωροχρόνο ανύπαρκτο ελάχιστα κουλουριασμένη σε έναν κόκκο άμμου σα μια ιδέα ενός νου κενού και στρεβλωμένου Η νύχτα επιτείνει το μαύρο χρώμα της βροχής το ποτάμι της πόλης πνίγει συναισθήματα και η κούραση λυτρώνει τις αναζητήσεις Το αύριο θα φέρει μια καινούρια νύχτα

Αντανάκλαση

Έχει ο χρόνος ένα ξυράφι κι όλο ξύνει τις πληγές ξεραμένα ενθύμια στο γκρεμό της αναπόλησης Έχει η μνήμη ένα χαρτί χαράσσει απάνω του αυλάκια να κυλούν ποτάμια δάκρυα σπαρμένα στο λυγμό μιας μουσικής Έχει η ζωή ένα μαύρο χαμόγελο να γελάει σαν κλάμα σκοτεινή εικόνα σε ένα γαλάζιο, κρύο, ουρανό Έχει η αλήθεια ένα καθρέφτη να βλέπει πρόσωπα σπασμένα ρωγμές σαν ψέμα σε μια ύπαρξη σκιώδη Έχεις εσύ ένα όνειρο να το κρατάς σφιχτά στη χούφτα σαν κοιμάσαι ασφυκτικά δεμένο γύρω απ’ το λαιμό ενός κλαυσίγελου Κι έχω εγώ μονάχα ένα μολύβι για να σκαλίζω τη ζωή στην άκρη του

Σκιές

Κάποια στιγμή όλοι θα σ’ αφήσουν Ο ύπνος θα ‘ρχεται κουλουριασμένος Κι εσύ θα κλείνεις το στόμα σου Να μη βγει η σιωπή Από τα τόξα των ξεραμένων ματιών σου Κάποτε όλοι φεύγουν Ο ουρανός σκοτεινιάζει Για να νυχτώσει την αναχώρηση Πίσω από τις γρίλιες Στην κόγχη περασμένων καλοκαιριών Οι λέξεις θα χαθούν Σαν κουμπιά Δεμένα χαλαρά Στα χέρια που μας άφησαν Κάποτε όλοι φεύγουν Ακόμα κι εκείνοι που δεν γύρισαν Η ησυχία αναμετράται με τον κρεμασμένο χρόνο Δίπλα στη ζέστη απ΄το καντήλι Με το λάδι και το φυτίλι Κάποτε ακόμα και τα όνειρα χάνονται Κάτω απ’ το μαύρο χρώμα της σκιάς αυτών που φύγαν

Το φόρεμα της νύχτας

Σε κοιτάζω από ψηλά Όταν ο ήλιος πέσει θα γίνεις μια αναλαμπή αέρινη για να σκεπάσεις κάθε σκοτεινή εικόνα που κατακάθεται σα σκόνη παλιά στο μυαλό μου Περπατάς Κι εγώ μαζί σου Τα μάτια μου τρέχουν κυνηγημένα η ίδια η ζωή περνά από μπροστά μου Τα μαλλιά σου είναι πλεγμένα ανάμεσα σε δυο δάχτυλα πορεύεται o ήχος της νύχτας με τον ήχο των βημάτων σου τα δάχτυλα σου είναι το όπλο σου δυο κάννες που στοχεύουν ψηλά στον ουρανό η νύχτα είναι ο συνεργός σου φορεμένη στα νεανικά κορμιά κομμένα ρετάλια και γάζες φιμώνουν τα σώματα της καληνύχτας τα μάτια μου τρέχουν κι η ζωή περνά